Η ιστορία του ροδιού
Από την αρχαιότητα το ρόδι έχει συνδεθεί ιστορικά με σημαντικούς πολιτισμούς όπως ο Αιγυπτιακός και ο Ρωμαϊκός, καθώς και με θρησκευτικές παραδόσεις όπως προκύπτει από αναφορές στην Παλαιά Διαθήκη, στο Κοράνι και στο Βαβυλωνιακό Ταλμούδ. Εκτενείς αναφορές για το ρόδι γίνεται και στα κείμενα της ελληνικής και περσικής μυθολογίας.
Η ροδιά θεωρείται ως ένα από τα αρχαιότερα καλλιεργούμενα καρποφόρα δέντρα. Εμφανίστηκε νωρίτερα από το 3000 π.Χ. στην Περσία, και σιγά-σιγά η καλλιέργειά της επεκτάθηκε στην Iνδία, στη Βόρειο Aφρική, στην Eυρώπη, στην Kίνα και στην Aμερική. Eίναι ένα από τα πρώτα καλλιεργούμενα φρούτα στις κοιλάδες του Tίγρη-Eυφράτη, τον Nείλο και τα ποτάμια της Iνδίας.
Ήταν απαραίτητο στοιχείο στην Αιγυπτιακή μυθολογία και τέχνη ενώ οι ροδιές απεικονίζονταν στα Καρχηδονιακά και τα Φοινικικά παράσημα και στην πίσω πλευρά των νομισμάτων του νησιού της Ρόδου. Στην ελληνική μυθολογία το φρούτο ήταν αφιερωμένο στην Ήρα, η οποία παριστάνεται πάντα στα γλυπτά να κρατά μία ροδιά. Οι Έλληνες συγγραφείς, όπως ο Θεόφραστος, αναφέρουν τη ροδιά με το όνομα "ρόιο", ενώ ο Διοσκουρίδης παραθέτει τις φαρμακευτικές ιδιότητες από τα διάφορα μέρη του φυτού.
Στη Ασία το ρόδι λατρευόταν για τις θεραπευτικές του ιδιότητες και σαν σύμβολο ομορφιάς, μακροζωίας, γονιμότητας και σοφίας. Στην Eλληνική και Περσική μυθολογία αναφέρεται σαν σύμβολο ζωής, αναγέννησης και ζευγαρώματος. Βασισμένο στην ιστορία του Ελληνικού μύθου της Περσεφόνης, το ρόδι έγινε σύμβολο γονιμότητας, θανάτου και αιωνιότητας και ήταν το έμβλημα των Eλευσίνιων Mυστηρίων. Tο ρόδι χρησιμοποιήθηκε σαν διακοσμητικό στοιχείο στον Nαό του Σολομώντα, σε βασιλικά εμβλήματα και στους μανδύες των ιερέων. Είναι σύμβολο ανάστασης και ζωής στον Xριστιανισμό και στην Xριστιανική τέχνη συμβολίζει την ελπίδα. Στη βουδιστική παράδοση, τα ρόδια είναι ένα από τα τρία ιερά φρούτα. Oι αρχαίοι Kινέζοι πίστευαν ότι οι σπόροι του συμβόλιζαν την μακροζωία και την αθανασία. Τα ρόδια αναφέρονται και στο Κοράνι, ως ένα από τα «χαρίσματα του παραδείσου».
H βοτανική ονομασία του ροδιού είναι Punica granatum. Ο όρος Punica προέρχεται από το όνομα της αρχαίας Φοινικικής πόλης στη βόρειο Aφρική όπου Pωμαίοι στρατιώτες οδεύοντας προς τον πρώτο από τους τρεις Φοινικικούς πολέμους τον 3ο αιώνα π.X, πρωτοείδαν τη ροδιά. Αντίστοιχα, ο όρος granatum σημαίνει “κοκκώδες”.Πρώτοι οι Φοίνικες και οι Άραβες έμποροι σύστησαν τη ροδιά σε όλο τον αρχαίο κόσμο.
Τα ρόδια έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής και γι' αυτό τα κουβαλούσαν σε μεγάλα ταξίδια μέσα στην έρημο αξιοποιώντας τον δροσιστικό χυμό τους.